dauphin - translation to ολλανδικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

dauphin - translation to ολλανδικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Dauphin (heir apparent); The dauphins; Dauphin (disambiguation); Dauphain; Dauphian; Dauphins; The Dauphin

dauphin         
n. dauphin, title of the heir to the throne of France
dauphin      
n. kroonopvolger
dauphine      
n. gemalin van Franse kroonprins

Ορισμός

Dauphin
·noun The title of the eldest son of the king of France, and heir to the crown. Since the revolution of 1830, the title has been discontinued.

Βικιπαίδεια

Dauphin

Dauphin (French: "dolphin", plural dauphins) may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για dauphin
1. He was released later in the day, an official at Dauphin County Prison confirmed.
2. DAUPHIN ISLAND, Ala. –– A runaway oil drilling platform that beached at Dauphin Island was carried more than 60 miles during Hurricane Katrina from its original location, according to its Texas–based owner.
3. First, to the Dauphin François of France, reigning as queen for 18 months.
4. However, while Mr Pinegar has decided to leave Dauphin Island, most residents seem determined to stay.
5. Gordon‘s Dauphin, said by some to be his possible successor, was up against the Conservatives‘ bespectacled Michael Gove.